Στον Πόντο η Καθαρά Δευτέρα δεν ήταν ημέρα γιορτής, γλεντιού και πετάγματος του χαρταετού. Σύμφωνα με τη παράδοση, ήταν ημέρα γενικού καθαρισμού όλων των σκευών και αντικειμένων, που είχαν σχέση με το φαγητό.
Η Καθαρά Δευτέρα δεν ήταν ημέρα πετάγματος χαρταετού
Σαχταροδευτέρα
Την Καθαρά Δευτέρα ή αλλιώς «Σαχταροδευτέρα» (από τη χρήση της στάχτης για τον σχολαστικό καθαρισμό των μαγειρικών σκευών, όπως θα δούμε παρακάτω) οι πιστοί πήγαιναν στην εκκλησία, κοινωνούσαν και παίρνανε το αντίδωρο.
Η νηστεία της Μεγάλης Σαρακοστής ξεκινούσε την Καθαρά Δευτέρα. Από την ημέρα αυτή όσοι αντέχανε κρατούσανε νηστεία για 40 ημέρες. Μάλιστα τις τρεις πρώτες ημέρες δεν τρώγανε τίποτα και δεν πίνανε ούτε νερό!
Από το προηγούμενο βράδυ, τα παιδιά φιλούσαν το χέρι του παππού, της γιαγιάς, του πατέρα και της μητέρας τους. Αγκαλιάζονταν τα αδέρφια, ανταλλάσσοντας φιλιά.
Τη Σαρακοστή τα καφενεία ήταν ανοιχτά. Ο κόσμος πήγαινε, αλλά ΔΕΝ χόρευε κανένας. Ενώ κάθε Παρασκευή πηγαίνανε στην εκκλησία, στους Χαιρετισμούς.
Καθαρισμός σκευών
Για τον τελειότερο καθαρισμό των σκευών χρησιμοποιούσαν την «κατενή». Η «κατενή» είναι η γνωστή στους παλαιότερους ως «αλισίβα». Σε ένα καζάνι έβραζαν νερό με στάχτη και μ’ αυτό καθάριζαν τα μεταλλικά και ξύλινα σκεύη και αντικείμενα.
Τα «κρεατοκούρα» (τα ξύλινα κούτσουρα που επάνω έκοβαν τα κρέατα και έφτιαχναν και κιμά) όχι μόνο τα έπλεναν, αλλά και τα έξυναν με αιχμηρά εργαλεία. Για να εξαφανιστεί κάθε ίχνος λίπους που ενδεχομένως είχε εισχωρήσει στο ξύλο.
Παρομοίως έξυναν και τα «κοβλάκια» (ξύλινα δοχεία για βούτυρο) και τα «καρσάνια» (ξύλινες λεκάνες). Τα χάλκινα σκεύη αφού τα έπλεναν, τα έτριβαν με στάχτη, για να γυαλίσουν. Επί πλέον καθάριζαν και τα διάφορα στρωσίδια του σπιτιού.
Ο Κουκαράς
Οι Πόντιοι μάθαιναν τα παιδιά τους από μικρή ηλικία να κρατάνε νηστεία. Ένα βοήθημα για το σκοπό αυτό ήταν ο «Κουκαράς», ένα έθιμο που ξεκινούσε τη Καθαρά Δευτέρα. Ο «Κουκαράς» είχε διπλή χρησιμότητα, ήταν ένα αυτοσχέδιο ημερολόγιο, αλλά και ένας πρώτης τάξεως μπαμπούλας!
Ο Κουκαράς αποτελούνταν από ένα μεγάλο κρεμμύδι (ή και πατάτα), επάνω στο οποίο κάρφωναν, σε ημικύκλιο, 7 φτερά από κότα ή κόκορα. Όσες και οι εβδομάδες της νηστείας. Έξι φτερά ήταν σκούρα και το έβδομο λευκό και συμβόλιζε την Μεγάλη Εβδομάδα. Κάθε εβδομάδα που περνούσε αφαιρούσαν και ένα φτερό, μέχρι να τελειώσουν όλα, με το τελείωμα της νηστείας.
Οι γυναίκες στον Πόντο κατασκεύαζαν τον Κουκαρά, κρυφά από τα παιδιά τους
Χωρίς να γίνει αντιληπτό από τα παιδιά της οικογένειας, κρεμούσαν τον Κουκαρά από το ταβάν, πολύ νωρίς τη Καθαρά Δευτέρα. Έτσι όταν ξυπνούσαν τα παιδιά, τον αντίκριζαν να κρέμεται από το ταβάνι και να κουνιέται. Μάλιστα εάν δεν συμμορφώνονταν με το κράτημα της νηστείας, τα φοβέριζαν ότι θα τα φάει ο Κουκαράς. Με τρόπο φυσούσαν τον Κουκαρά, που καθώς κουνιόταν και περιστρέφονταν, προκαλούσε τον φόβο…
«Θα χολιάσκεται και θα σείεται ο κουκαράς!»