Από το Καρς στην Ελλάδα

Μοιραστείτε το

Ένα ζευγάρι ενάρετο ήταν ο Δημήτρης Σαουλίδης και η σύζυγός του Εύα Λουκανίδου. Πόντιοι στη καταγωγή, από την Τραπεζούντα. Οι γονείς της Εύας ξεριζώθηκαν από τον Πόντο και κατέφυγαν στο Καρς, μαζί με πολλούς άλλους συμπατριώτες τους.

Δημήτρης Σαουλίδης – Εύα Λουκανίδου


Εύα Λουκανίδου

Η Εύα Λουκανίδου γεννήθηκε στο Καρς της Ρωσίας, το έτος 1900. Μεγάλωσε σε μία πολύτεκνη οικογένεια, με αρχές παραδοσιακές και ευλάβεια στα θεία.

Όταν η Εύα ήταν δώδεκα χρόνων περίπου, φιλοξενήθηκε στο σπίτι τους ένας οδοιπόρος. Τόσο πολύ ευχαριστήθηκε, που θέλησε να ανταποδώσει κάτι για την φιλοξενία. Μαθαίνοντας στην Εύα την Σολομωνική. Αυτή δεν ήξερε… τι είναι η Σολομωνική.

Της είπε: «Εγώ ό,τι λέω, γίνεται». Και έκανε διάφορες επιδείξεις. Έκανε κάποια μικρά κοριτσάκια να κάνουν άσεμνες χειρονομίες και η Εύα του είπε: «Στάσου, είναι εντροπή». Ύστερα έκανε μία κατσίκα δεμένη να τρελαθεί, να αγριέψει, να κόψει το σχοινί της και να έρθει ήσυχη σαν γάτα στα πόδια του.

Η Εύα που είδε όλα αυτά, του είπε: «Τέτοια πράγματα δεν είναι καλά. Δεν τα θέλω». Και έτσι ο Θεός βλέποντας την αθωότητά της και την καλοσύνη της, την προφύλαξε από το να ασχοληθεί με μαγείες.

Πέθανε η μητέρα της και η Εύα έκανε όλες τις δουλειές του σπιτιού. Ήταν δυνατή και θαρραλέα σαν άνδρας.


Δημήτρης Σαουλίδης

Όταν έγινε δεκατριών ετών, ήρθε στο σπίτι τους ένας νέος φτωχός, ο Δημήτρης Σαουλίδης. Ήταν καλός μάστορας. Όλη την ημέρα γύριζε στα αγροκτήματα, έκανε διάφορες επιδιορθώσεις και εργασίες και έτσι ζούσε. Κάθισε πολύ καιρό στο σπίτι τους.

Ο πατέρας της Εύας εκτίμησε τον καλό χαρακτήρα και την τιμιότητά του Δημήτρη και τον έκανε γαμπρό του.

Όταν έγινε ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος, η Εύα με τον πεθερό της και τα μωρά της Βέρα και Βασίλη ήταν στην Ρωσία και ο σύζυγός της Δημήτρης με την πεθερά της ήταν στη Τουρκία.


Ο ξεριζωμός

Αρρώστησε τότε βαριά ο πεθερός της και έμεινε κατάκοιτος. Αυτή τον περιποιείτο με πολλή αγάπη μέχρι που εκοιμήθη. Πήρε την ευχή του. Της είπε πριν ξεψυχήσει, «Εύα, όπου πας και όπου σταθείς να είσαι ευλογημένη».

Στη Ρωσία σε μία από τις μετακινήσεις της, καθώς περιπλανιόταν από μέρος σε μέρος, πέθανε το ένα βρέφος της αβάπτιστο. Το έθαψε στα χιόνια και συνέχισε κλαίγοντας τον δρόμο της. Έμελλε λόγω των περιστάσεων να αφήσει το σπίτι της στο Καρς, να ξεριζωθεί και να έρθει στην Ελλάδα.

Διηγείτο στον εγγονό της Δημήτριο:

«Τρεις φορές, παιδί μου, άφησα το σπίτι μου και έφυγα με την ψυχή μου, τις εικόνες και τα ρούχα που κουβαλούσα στα χέρια μου. Μας έβαλαν στο βαπόρι. Τότε πέθαιναν πολλοί και τα πτώματά τους τα έριχναν στην θάλασσα.

Με τις λίρες που είχα ραμμένες στην ζώνη μου αγόραζα ψωμί και τάιζα τα μωρά. Ένα ψωμί μία λίρα έκανε. Ήρθαμε στην Ελλάδα. Μείναμε ένα διάστημα στις λάσπες, στην Καλαμαριά της Θεσσαλονίκης, και από εκεί καταλήξαμε στην Βέροια».

Επέτρεψε ο Θεός και έζησε δύσκολες και σκληρές καταστάσεις η Εύα. Άντεξε όμως με την υπομονή και την πίστη στον Θεό. Αυτά ήταν προοίμια και προετοιμασία για τα πιο δύσκολα επερχόμενα που έμελλε να περάσει…


Η ζωή στη Βέροια

Με τον σύζυγό της εγκαταστάθηκαν στην Βέροια και εργάσθηκαν σκληρά για να ζήσουν και να αναθρέψουν τα παιδιά τους. Μαζί με όλες τις δυσκολίες ήρθε αργότερα και ο θάνατος του Δημήτρη. Η ζωή της Εύας έγινε πολύ δύσκολη.

Έμεινε χήρα με τέσσερα παιδιά σε ηλικία 38 ετών, αλλά πάλεψε και τα κατάφερε. Δεν θέλησε να ξαναπαντρευτεί και αφιερώθηκε στα παιδιά της. Ήταν απλή και αγράμματη, αλλά αυθόρμητη και δυναμική. Η πίστη της στον Θεό και η εμπιστοσύνη στην Παναγία ήταν βαθιά και πηγαία.

Στην κατοχή πέθανε και η κόρη της Ευμορφία. Έπαθε δηλητηρίαση από μπακιρένιο αγάνωτο σκεύος.

Κάποια χρονιά, παραμονές Χριστουγέννων, ο κόσμος κατέβαινε στον κάμπο και μάζευε όσα σπυριά από αραβόσιτο εύρισκε στα θερισμένα χωράφια. Ήταν χρόνια δύσκολα και παντού υπήρχε πείνα και δυστυχία. Η Εύα πήγε και αυτή να μαζέψει για να ταΐσει τα πεινασμένα παιδάκια της.

Το σούρουπο γύρισε με μισή οκά καλαμπόκι. Βράδιασε όταν έφτασε σε μια ανηφοριά, στη Βέροια. Την έπιασε το παράπονο. Κοίταξε τον ουρανό και είπε στην Παναγία:

«Είσαι και εσύ μητέρα. Για πες μου, τι θα ταΐσω τα παιδιά μου;»

Κλαίγοντας συνέχισε τον δρόμο της. Ενώ βάδιζε, κάποια στιγμή βλέπει στα πόδια της ένα αρνί σφαγμένο, δέκα με δώδεκα κιλά. Πριν από την Εύα πέρασαν πολλοί άνθρωποι, αλλά κανείς δεν το είδε! Φαίνεται πέρασε το κάρο της Νομαρχίας και έπεσε το σφαγμένο αρνί.

Αλλά το θαυμαστό είναι ότι κανείς άλλος δεν το είδε! Η Παναγία έτσι οικονόμησε, για να παρηγορήσει την θλιμμένη χήρα Εύα και να ταΐσει τα ορφανά της.


Η εικόνα της Παναγίας

Είχαν φέρει μαζί τους από τον Πόντο μία θαυματουργή εικόνα της Παναγίας. Κάποια μέρα θύμωσε κάποιος στο σπίτι και έκλεισε την εικόνα στο ντουλάπι. Στο σπίτι ήταν η κόρη της η Βέρα που ήταν μικρή, και η θεία της Δέσποινα.

Άκουγε η μικρή Βέρα χτυπήματα, έβλεπε την ντουλάπα να κουνιέται και να πέφτουν πιάτα, και την φωνή της Παναγίας να λέει «Άνοιξε με». Η Βέρα από τον φόβο της έμεινε άλαλη. Όταν γύρισαν οι δικοί της και βρήκαν άλαλη την μικρή, δεν ήξεραν τι να κάνουν.

Ο πατέρας Δημήτρης ρώτησε τον Δεσπότη και του είπε να κάνουν παρακλήσεις για 40 ημέρες. Την τεσσαρακοστή ημέρα η Βέρα μίλησε…


Ο θάνατος της Εύας

Μέχρι τον θάνατο της, η Εύα Λουκανίδου βοηθούσε τα παιδιά της και τα εγγόνια της. Όλη την ημέρα ήταν στο σπίτι του εγγονού της Δημητρίου. Μεγάλωσε τα παιδιά του. Αγαπούσε πολύ την γυναίκα του Σοφία και την συμβούλευε. Ταίριαζαν πολύ και μιλούσαν επί ώρες. Αλλά τη νύχτα, η Εύα πήγαινε στο δωμάτιο της, λέγοντας:

«Ο γέρος και η γριά θέλουν τον τόπο τους, την ησυχία τους»

Επειδή πέρασε στερήσεις ήταν πολύ οικονόμα. Παλιά ρούχα δεν πετούσε. Αν δεν τα θεωρούσε κατάλληλα για να τα δώσει για να φορεθούν, τα έκοβε λουρίδες και έκανε πατάκια – κουρελούδες. Τίποτα δεν πήγαινε χαμένο.

Η γιαγιά Εύα παρακαλούσε να πεθάνει χωρίς να κουράσει κανέναν. Φοβόταν μη χάσει τα λογικά της. Συχνά ρωτούσε τη νύφη της αν τα έχασε και κείνη την διαβεβαίωνε ότι είναι καλά.

Η Εύα Λουκανίδου πέθανε ήσυχα και ειρηνικά το έτος 1988, χωρίς να ταλαιπωρήσει κανέναν.


– Διαβάστε επίσης: Ο Λάμπον α σο Καρς

* Στη φωτογραφία του άρθρου, η Εύα Λουκανίδου με τα εγγόνια της.

Πηγή: Ασκητές μέσα στον κόσμο, τόμος Β΄, σελ.13-24, έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου «Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος», Μεταμόρφωσης Χαλκιδικής, 2012

Μοιραστείτε το