Οι εκτοπισμοί απλώνονται σε όλο τον Πόντο και κράτησαν οκτώ χρόνια. Ξεκίνησαν με την έκρηξη του πολέμου το 1916 και συνεχίστηκαν μέχρι το 1924. Οι Πόντιοι εκτοπίστηκαν για λόγους δήθεν στρατιωτικής ασφαλείας στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Στη πραγματικότητα όμως ήθελαν να τους αφαιρέσουν τη ζωή και κάθε κινητή και ακίνητη περιουσία.
Η πείνα, η δίψα, το τσουχτερό κρύο του χειμώνα και ο ψυχικός πόνος…
Οι εκτοπισμοί
Οι εκτοπισμοί της πρώτης φάσης ξεκίνησαν σε όλο τον Πόντο τέλη Απριλίου του 1916, μετά την κατάληψη της Τραπεζούντας από τους Ρώσους. Ενώ φούντωσαν το χειμώνα του 1916-1917. Τα ματωμένα Χριστούγεννα του 1916 κάηκαν χωριά, εκκλησίες, σχολεία. Γυναίκες βιάσθηκαν, περιουσίες λεηλατήθηκαν.
Ο Ταλαάτ πασάς και Εμβέρ πασάς ήταν οι διώκτες των Ποντίων και ο κακός τους δαίμονας. Είχαν υποσχεθεί στους Αμερικανούς να μην εξορίσουν τα παιδιά και τις γυναίκες. Αλλά την επόμενη μέρα, 31 Ιανουαρίου 1917, ο Ταλαάτ πασάς δηλώνει:
«Βλέπω να πλησιάζει η ώρα να ξεκαθαρίσουμε τώρα με τους Έλληνες. Όπως το 1915 με τους Αρμένιους».
Ο χειμώνας του 1917 ήταν πολύ βαρύς. Αρχίζουν οι εκτοπισμοί και ο θάνατος περιοδεύει πάνω από τις πανάρχαιες εστίες. Μέσα σε βαριά κακοκαιρία και χιόνια εκτοπίζονται χιλιάδες Πόντιοι στα βάθη της Μικράς Ασίας. Χωρίς να γνωρίζουν τον τόπο του εκτοπισμού τους.
Οι τόποι των εκτοπισμών βρίσκονταν σε απάτητα και χιονοσκεπή βουνά. Σε απόσταση πολλών ημερών και βδομάδων από τον τόπο της κατοικίας τους.
Πριν προλάβουν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, εφορμούσαν σαν πεινασμένα όρνια οι Τσέτες, οι στρατιώτες, οι χωροφύλακες και έκαναν πλιάτσικο περιουσιών και ζωών.
Λεηλατούσαν τα σπίτια μπροστά στα μάτια των Ποντίων, που ακόμα δεν είχαν προλάβει να εγκαταλείψουν τα χωριά τους. Στη συνέχεια τους έβαζαν φωτιά. Οι εκτοπισμένοι φορτώνονταν στη ράχη τους λίγα χρειώδη και αναχωρούσαν για το «πουθενά».
Κλάματα, σπαραγμοί και θρήνοι. Παρακάλια από τους εκτοπισμένους. Γέλια, ειρωνείες, βαρβαρότητες από τους Τούρκους
Οι γέροι, τα μωρά και οι άρρωστοι άφηναν την τελευταία τους πνοή εκεί στα άξενα μέρη. Πεινασμένοι, διψασμένοι, κατάκοποι δεν ήξεραν που τους πάνε και ποια θα ήταν η τύχη τους. Οι ταλαιπωρημένοι και άρρωστοι εγκαταλείπονταν στους δρόμους χωρίς γυρισμό. Δεν επέτρεπαν στους οικείους τους να τους βοηθήσουν. Πέθαιναν μόνοι τους ή τους σκότωναν οι συνοδοί χωροφύλακες.
Υπάρχει πιο απάνθρωπη συμπεριφορά από αυτήν; Να βλέπεις το δικό σου άνθρωπο να σε ικετεύει να μην τον εγκαταλείψεις και να μην μπορείς να κάνεις τίποτα.
Μαρτυρίες
Θλιβερό το θέαμα των μανάδων που θήλαζαν τα βρέφη νεκρές και άταφες! Με τα μωρά να βυζαίνουν μέχρι να πεθάνουν και αυτά από πείνα.
Οι όμορφες γυναίκες και τα κορίτσια βιάζονταν και εξευτελίζονταν μπροστά στα μάτια των συζύγων ή των πατεράδων τους. Οι οποίοι δεν μπορούσαν να αντιδράσουν. Πολλές φορές οι οικείοι τους τις μουντζούρωναν και τις λέρωναν ή τους φορούσαν κουρέλια για να κρύψουν την ομορφιά τους.
Οι κάτοικοι των περιοχών από όπου περνούσαν αντιμετώπιζαν την ποινή θανάτου, αν τολμούσαν να ελεήσουν τα δύστυχα καραβάνια. Πολλοί πέθαιναν στον δρόμο μην αντέχοντας πια την εξαθλίωση.
Η πείνα, η δίψα, το τσουχτερό κρύο εκείνου του χειμώνα, ο ψυχικός πόνος και η απογοήτευση τσάκισαν τους περισσότερους
Όσοι άντεξαν έφταναν στα κέντρα συγκέντρωσης της Τοκάτης, της Κάβζας, της Αμάσειας και της Ερπαά. Στους τόπους συγκέντρωσης τους περίμεναν νέες ταλαιπωρίες και βάσανα.
Λευκή Γενοκτονία
Τους έβαζαν μέσα σε λουτρώνες όλους μαζί και όταν έβγαιναν ζεστοί και αχνιστοί, περίμεναν μέσα στο παγερό ψύχος τα ρούχα τους και τους γιατρούς. Ρούχα και γιατροί αργούσαν επίτηδες. Το αποτέλεσμα ήταν να αρρωσταίνουν από το κρύο. Τους πήγαιναν στο Νοσοκομείο, από το οποίο βέβαια δεν έβγαιναν ποτέ, παρά μόνον νεκροί.
Η μέθοδος του «λουτρού» είναι μια από τις μεθόδους της λεγόμενης Λευκής Γενοκτονίας
Η μέθοδος αυτή επαναλαμβανόταν και στους επόμενους σταθμούς μέχρις ότου πέθαιναν όλοι. Η Λευκή Γενοκτονία ήταν μια «ασφαλής» μέθοδος. Με αυτόν τον τρόπο εκτοπίστηκαν τα τρία τέταρτα της επαρχίας Ροδοπόλεως. Ολόκληρη η επαρχία Χαλδείας. Ολόκληρη η επαρχία Κολωνίας (στην οποία ανήκει και το Επές με τα 18 χωριά του). Οι επαρχίες Αμάσειας και Νεοκαισάρειας σε βάθος εβδομήντα χιλιομέτρων.
Βαρβαρότητα σε όλο της το μεγαλείο
Οι κάτοικοι όχι μόνον εκτοπίστηκαν, αλλά σφάχτηκαν και οι γυναίκες βιάστηκαν μπροστά στους άντρες τους. Οι εκκλησίες χρησιμοποιήθηκαν ως τόποι ασέλγειας. Τα όμορφα κορίτσια και αγόρια στάλθηκαν στα χαρέμια και εξισλαμίστηκαν.
Τα πτώματα απαγορεύονταν να θάβονται και έμεναν βορά στα σκυλιά και τα όρνεα. Το σχέδιο εξόντωσης των κατοίκων της μαρτυρικής περιοχής ήταν του Ασάφ Βέη και του Φαζήλ. Με βοηθούς τον Ταπάν Ογλού Χαλήλ και τον Σερήφ.
Τον Μάρτιο του 1917, όσοι επέζησαν, γυρίζουν στα χωριά τους. Εκεί τους περίμενε όμως ο αιμοδιψής Τοπάλ Ογλού Χαλήλ. Ο οποίος έριξε εναντίον τους 8 ποιμενικούς μολοσσούς που τους κατασπάραξαν. Αναγκάστηκαν αυτή την φορά να φύγουν μόνοι τους στο Τοκάτ, την Κερασούντα και τα Κοτύωρα.
Εκτοπισμοί σε όλο τον Πόντο
Οι εκτοπισμοί απλώνονται σε όλο τον Πόντο.
- Οι κάτοικοι της Τρίπολης εκτοπίζονται 16 Νοεμβρίου του 1916.
- Της Σαμψούντας 26 Δεκεμβρίου 1916.
- Της Πάφρας 3 Ιανουαρίου 1917.
- Της Τραπεζούντας 4 Φεβρουαρίου 1917.
- Της Σινώπης 23 Ιουνίου 1917.
Στην πρώτη αυτή φάση εκτοπίστηκαν 258.674 χιλιάδες Πόντιοι. Από αυτούς χάθηκαν το 60-70% από τις γεωργικές περιοχές και 40-60% από τις πόλεις. Αυτοί διαθέτοντας περισσότερα χρήματα εξαγόραζαν τη ζωή τους.
Το τέλος του πολέμου
Το τέλος του Α’ Παγκοσμίου πολέμου βρίσκει τους Έλληνες του Πόντου αποδεκατισμένους.
Τον Οκτώβριο του 1918, μετά την αποχώρηση των Ρώσων από την Τραπεζούντα και την υπογραφή της συνθήκης του Μούδρου, όσοι εξόριστοι επέζησαν, επέστρεψαν στα σπίτια τους. Πίστεψαν ότι τελείωσαν πια τα βάσανα τους και αρχίζει μια νέα ειρηνική περίοδος. Η μεγάλη νίκη των συμμάχων αναπτέρωσε τις ελπίδες τους. Πως ήρθε επιτέλους η πολυπόθητη ώρα της δικαίωσης και της ελευθερίας τους.
Δεν φαντάζονταν σε καμιά περίπτωση ότι πολύ σύντομα θα τα χάσουν όλα
Ο Τοπάλ Οσμάν, όταν υπογράφτηκε η ανακωχή, εγκατέλειψε το φρικαλέο έργο του. Ανέβηκε στα βουνά καραδοκώντας για νέα ευκαιρία. Τα μισητά πρόσωπα Ταλαάτ, Εμβέρ, Τζαβήτ έφυγαν στο εξωτερικό για να γλυτώσουν.
Ο πιο αιμοβόρος και μισητός από όλους αυτούς, ο Ταλαάτ, δολοφονήθηκε στη Ρώμη από έναν Αρμένιο. Διότι αυτός ήταν που έδωσε την εντολή για τη σφαγή των Αρμενίων το 1915.
Μετά τη συνθήκη του Μούδρου είχαν την προστασία του κράτους και συνέχισαν την ειρηνική τους ζωή. Οι Μητροπολίτες, οι οποίοι είχαν απομακρυνθεί με βία, επανήλθαν στις Μητροπόλεις τους. Ανάμεσα σε αυτούς και ο Γερμανός Καραβαγγέλης. Όλα έδειχναν ότι το μέλλον είναι πολύ αισιόδοξο για τους Έλληνες του Πόντου και της Μικράς Ασίας.
Στις 26 Δεκεμβρίου του 1919 ο Κεμάλ σχηματίζει κυβέρνηση στην Άγκυρα. Αντίθετη στον Σουλτάνο, τον οποίον θεωρεί υποχείριο των Αγγλογάλλων
Τον Απρίλιο του 1920 αυτοανακηρύσσεται πρόεδρος και αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων και κηρύσσει αγώνα εναντίον του Ελληνικού στρατού. Που εν τω μεταξύ προελαύνει στη Μικρά Ασία.
Νέοι χειρότεροι εκτοπισμοί
H δεύτερη και πιο απάνθρωπη φάση της Γενοκτονίας εξυφάνθηκε στη μεγάλη εθνοσυνέλευση της Άγκυρας τον Μάιο του 1922. Αποφασίστηκε η ολική εξολόθρευση των Ελλήνων του Πόντου, όσοι είχαν απομείνει από αυτούς.
Τα μεσάνυχτα στις 25 Μαΐου του 1922 άρχισε η εφαρμογή του σχεδίου
Στη Μαλάτεια εκείνη την εποχή είχαν απομείνει 4265 γυναικόπαιδα. Η συγκέντρωση στη Μαλάτεια εξόριστων από όλες τις περιοχές του Πόντου είχε ξεκινήσει από πολύ νωρίς.
Τον Σεπτέμβριο του 1921 οι συγκεντρωμένοι εξόριστοι υπολογίζονται περίπου σε δέκα χιλιάδες. Προέρχονταν από την Αμάσεια, Μερζιφούντα, Κιουμούς Μαντέν, Επές, Τοκάτη, Ζίλε, Κασταμονή και άλλες περιοχές.
Στη Μαλάτεια σφαγιάσθηκαν 40 χιλιάδες Αρμένιοι. Την εποχή του εκτοπισμού των Ποντίων στη περιοχή (9 χρόνια μετά) είδαν Τούρκους και Κούρδους να σκάβουν τα χώματα και να ψάχνουν κρανία για να τους πάρουν τα χρυσά δόντια.
Η Μαλάτεια ήταν η αρχαία Ελληνική πόλη Μελιτίνη
Εύφορη, με μεγάλη εμπορική κίνηση. Την εποχή εκείνη είχε πληθυσμό 25 χιλιάδες κατοίκους
Της Παναγιώτας Ιωακειμίδου
H Παναγιώτα Ιωακειμίδου ειναι εκπαιδευτικός και ασχολείται διεξοδικά με θέματα που αφορούν την ιστορία και τον πολιτισμό του Ποντιακού Ελληνισμού.