Όταν Τούρκος πολίτης διαπίστωσε ότι ήταν Έλληνας

Μοιραστείτε το

Μετά την Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού, ορισμένοι Έλληνες του Πόντου έγιναν μουσουλμάνοι και αναγκάστηκαν να δεχτούν Τουρκικά ονόματα. Συνεχίζοντας έτσι την πολυετή διαδικασία τουρκοποίησης. Ωστόσο, αυτό αρχίζει να αλλάζει…

Μια περίπτωση κατά την οποία ένας Τούρκος πολίτης διαπίστωσε ότι ήταν Έλληνας, είναι ο Γιάννης – Βασίλης Γιαϊλάλι


Γιάννης – Βασίλης Γιαϊλάλι

Ο Γιάννης – Βασίλης Γιαϊλάλι (Ibrahim Yaylalı) γεννήθηκε το 1974 στον οικισμό Γιαϊλά του χωριού Ασάρ της Μπάφρας, στο νομό της Σαμψούντας. Είναι ένας πρώην Τούρκος ριζοσπαστικός εθνικιστής, ο οποίος ήταν περήφανος για την εχθρότητα του προς τους Κούρδους και τους άλλους αυτόχθονες λαούς της Μικράς Ασίας.

Τον Απρίλιο του 1994 παρουσιάστηκε στον τουρκικό στρατό και κατατάχτηκε στις τουρκικές ειδικές δυνάμεις, όπου εκπαιδεύτηκε ως ελεύθερος σκοπευτής. Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους στάλθηκε στο Κουρδιστάν, όπου σε μία μάχη τραυματίστηκε και έπεσε αιχμάλωτος στα χέρια Κούρδων. Απελευθερώθηκε αφού κρατήθηκε για 2 χρόνια και 8 μήνες.

Ο Γιαϊλάλι, ο οποίος γαλουχήθηκε από την τουρκο-ισλαμική ρατσιστική ιδεολογία στην οικογένεια, το σχολείο και στο στρατό, υπέστη μια μεγάλη μεταμόρφωση κατά την διάρκεια της αιχμαλωσίας του

Κατά την αιχμαλωσία του από τους Κούρδους, ήρθε σε επαφή με την ιδεολογία του ηγέτη – υπόδειγμα του Κουρδικού λαού, Αμπντουλάχ Οτσαλάν. Επιπλέον, έμαθε από την επιστολή που το κράτος έστειλε στον πατέρα του, ότι ήταν Έλληνας.

Επιπρόσθετα, δημοσιογράφοι οι οποίοι είχαν έρθει σε επαφή με την οικογένειά του, αποκάλυψαν ότι ο παππούς του ήταν Έλληνας και λεγόταν Κωνσταντίνος και η γιαγιά του Παρασκευή. Από τον συνοικισμό Γιαϊλά του χωριού Ασάρ.

Σταθμός στη ζωή του ήταν η ημέρα που ανακάλυψε την Ελληνική του καταγωγή. Όταν αφέθηκε ελεύθερος αποφάσισε να αλλάξει το όνομα του από Ιμπραήμ σε Γιάννης – Βασίλης.

Δηλώνοντας ότι επανάκτησε την ανθρωπιά και την ελευθερία του…

Στη συνέχεια επιδόθηκε σε αγώνα για την ειρήνη, με διαδηλώσεις ενάντια στον πόλεμο στο Κουρδιστάν. Τότε συνελήφθη και έμεινε πάνω από τρεις μήνες έγκλειστος σε στρατιωτικές φυλακές της Τουρκίας.


Η φυγή προς την Ελλάδα

Συνελήφθη εκ νέου τον Απρίλιο του 2017 και φυλακίστηκε για ακόμα μία φορά, για δηλώσεις του ενάντια στην πολιτική του Ερντογάν. Καθώς πρωτοστατούσε με τη σύντροφό του, Μεράλ Γκεϊλανί, σε εκδηλώσεις κατά του τουρκικού κράτους.

Τον Ιούλιο του 2018 αφέθηκε ελεύθερος μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσής του, που ήταν προγραμματισμένη στις 3 Δεκεμβρίου 2018, αλλά ζήτησε και πήρε αναβολή μέχρι τον Φεβρουάριο του 2019. Έτσι, για να μην οδηγηθεί ξανά στις φυλακές, ο Γιάννης Βασίλης Γιαϊλαλί πήρε την απόφαση να φύγει κρυφά από την Τουρκία και να έρθει στην Ελλάδα. Είχε προσπαθήσει και στο παρελθόν να έρθει νόμιμα, αλλά δεν του δόθηκε βίζα.

Το 2019 μπήκε σε μια βάρκα και κάτω από άγνωστες συνθήκες έφτασε στην Αλεξανδρούπολη. Όταν εντοπίστηκε από την Αστυνομία, έδειξε την ταυτότητά του, κατήγγειλε τις διώξεις που υπέστη και ζήτησε πολιτικό άσυλο στην Ελλάδα. Παραμένοντας αντιρρησίας συνείδησης και ακτιβιστής της ειρήνης.

Για όλες τις δραστηριότητές του στην Τουρκία δεχόταν καθημερινά απειλές για τη ζωή του. Τόσο από την τουρκική αστυνομία και στρατονομία, όσο και από άγνωστους με απειλητικά μηνύματα

«Πλέον ή θα με σκότωναν ή στην καλύτερη περίπτωση για μένα θα καταδικαζόμουν σε ισόβια. Γι’ αυτόν το λόγο επέλεξα να έρθω στην Ελλάδα, στην πατρίδα μου, έστω και ως πρόσφυγας.

Όπως γνωρίζετε, είμαι απόγονος εκείνων που πριν 2.800 χρόνια ήρθαν και ίδρυσαν όλες τις πόλεις στον Πόντο. Και ως απόγονος αυτών (τι ειρωνεία), 2.800 χρόνια μετά έρχομαι στον τόπο μου, στην πατρίδα μου, στην Ελλάδα ως φυγάς – ως πρόσφυγας.

Λόγω του αγώνα που έκανα στην Τουρκία για τον Ποντιακό λαό, τον λαό μας».


Η Τουρκία και οι διώξεις

Ο Γιαϊλάλι δήλωσε ότι οι παρούσες πρακτικές της τουρκικής κυβέρνησης και η ένοχη ιστορική κληρονομιά, στην οποία βασίζονται οι διώξεις της Τουρκίας, δεν πρέπει να αγνοούνται. Τα εν λόγω εγκλήματα δεν μπορούν πλέον να κρυφτούν.

Βάση αυτής της ένοχης ιστορίας, εφαρμόζονται συστηματικά πολιτικές σφαγής, απέλασης, λεηλασίας και βιασμού από το τουρκικό καθεστώς. Όλα αυτά σηματοδοτούν τη μεταφορά Οθωμανικών πρακτικών στη Τουρκική Δημοκρατία. Λέγοντας επίσης:

«Εδώ και 150 χρόνια, αυτή η περιοχή είναι τουρκοποιημένη. Εκείνη την εποχή, οι Νέοι Οθωμανοί, οι Ισλαμιστές, πότε οι Ενωτικοί και πότε οι Κεμαλιστές που βγήκαν από τους Ενωτικούς, είχαν όλοι τον ίδιο σκοπό. Ποτέ τους δεν δοκίμασαν δημοκρατικές πρακτικές.

Οι Ασσύριοι, οι Αρμένιοι και οι δικοί μου άνθρωποι, για τους οποίους έμαθα αργότερα, αποτέλεσαν όλοι θύματα του τουρκικού κράτους, όπως συνέβη και με τη Γενοκτονία των Ποντίων. Πρόκειται προφανώς για λαούς που δεν έχουν σχέση με τους Τούρκους και με τις πεποιθήσεις του Σουνιτικού Ισλάμ.

Η συνεχιζόμενη επιθετική στάση εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου σήμερα είναι προφανής και γίνεται στα ίδια πλαίσια. Αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι η διαιώνιση της 150χρονης πολιτικής τουρκοποίησης. Χρησιμοποιούν κάθε είδους βρόμικο μηχανισμό».


Η γενοκτονία της μνήμης

Τονίζοντας ότι όλα τα γειτονικά κράτη, όλοι οι λαοί και η Ευρώπη πρέπει να αντιληφθούν τον ρατσιστικό, φασιστικό, θρησκευτικό και οθωμανικό χαρακτήρα του τουρκικού κράτους, ο Γιάννης Βασίλης Γιαϊλάλι συνέχισε λέγοντας:

«Όλες οι χώρες και οι λαοί πρέπει να δουν αυτήν την πραγματικότητα και να ενεργήσουν ανάλογα. Ειδικά εμείς οι Έλληνες, η Ελλάδα, που υπέστη Γενοκτονία από τους προγόνους αυτών των Τούρκων.

Επίσης και οι Αρμένιοι και η Αρμενία πρέπει να επανεξετάσουν τις σχέσεις τους με το φασιστικό τουρκικό κράτος, αλλά και τις σχέσεις τους με τους Κούρδους.

Η πρακτική του να αγνοούν τις γενοκτονίες και τις σφαγές και να συνεχίζουν τη ζωές τους, όταν τυχαίνει να μην βρίσκονται στο στόχαστρο της Τουρκίας, έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί».

Οι συγγενείς στην Ελλάδα

Τέλος, για τους συγγενείς του και τη νέα ζωή στην Ελλάδα, ο Γιάννης – Βασίλης Γιαϊλάλι επισημαίνει:

«Θέλω να ψάξω να βρω συγγενείς μου. Έμαθα ότι κάποιοι από το χωριό μου ήρθαν στην περιοχή της Δράμας. Θα ήθελα πολύ να τους συναντήσω.

Θέλω να αρχίσω μια νέα ζωή στην Ελλάδα. Παράλληλα όμως θα συνεχίσω τον αγώνα μου για την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου».

Μοιραστείτε το