Έξω από ένα ιατρείο, δύο ηλικιωμένοι έχουν πιάσει ζωηρή κουβέντα. Είναι και οι δυο Πόντιοι και λένε ιστορίες του τόπου που γνώρισαν σαν παιδιά και άκουσαν από τους γονείς τους. Ο γιατρός τους ξέρει πια προσωπικά. Ανοίγοντας την πόρτα τους λέει…..
Μια πραγματικά συγκινητική μαρτυρία
«Ελάτε μαζί μου βρε Πόντιοι! Λένε για τους Χιώτες ότι πάνε δύο δύο, αλλά είστε οι τελευταίοι μου σήμερα και θέλω να σας πω μια ιστορία.
Σαν κι εσάς ένας άλλος Πόντιος μπήκε μια μέρα στο ιατρείο μου. Πιάσαμε κουβέντα όπως κάνετε τόσο καλά εσείς και να τι μου εξιστόρησε…»
Η μαρτυρία
Όταν γέρασε η μάνα μου με έπιασε μια μέρα και μου ζήτησε μια χάρη. Να πάω στο σπίτι που αφήσαμε στον Πόντο και να βρω το μεταλλικό κουτί που είχε κρύψει, όταν έφυγαν πρόσφυγες, άρον άρον το 1922…
«Πίσω από το τζάκι, αν κουνήσεις ένα τούβλο…» μου περιέγραψε ακριβώς που είναι. Το μόνο που ήθελε από αυτό ήταν ένας Σταυρός.
Πήγα λοιπόν στην Τουρκία και το βρήκα το σπίτι. Χτύπησα το κουδούνι και μου άνοιξε μια γυναίκα, η οποία όμως πολύ ευγενικά εξήγησε ότι δεν μπορώ να μπω αν δεν είναι και ο άντρας της παρών. Μου ζήτησε να επιστρέφω την επόμενη μέρα. Έτσι και έκανα, ακριβώς την ώρα που μου είχε υποδείξει.
Αυτή την φορά μου άνοιξε ένας στρατιωτικός και μάλιστα υψηλόβαθμος με πολλά σερέτια. Με έβαλαν στο σπίτι τους, με την πιο ζεστή διάθεση φιλοξενίας. Αφού με κέρασαν ένα σωρό πράγματα και είπαμε τα τυπικά, όταν κάποια στιγμή έφυγε για την κουζίνα η γυναίκα, του έπιασα το χέρι και τον κοίταξα στα μάτια:
«Δεν θα σας πω ψέματα. Ήρθα εδώ κατά την επιθυμία της γριάς μητέρας μου, να σας ζητήσω να μου δώσετε κάτι. Δεν θέλω τα ασημικά, ούτε τίποτα άλλο που έχει εκεί μέσα. Μόνο τον Σταυρό».
Ο άντρας με το χέρι του χτύπησε δυνατά στο στήθος του! Προς στιγμή φοβήθηκα ότι θα εξοργιστεί. Αλλά το βλέμμα του ήταν καρφωμένο πάνω μου και τα μάτια του είχαν ήδη αρχίσει να βουρκώνουν. Στο σημείο που κοπάνισε του στήθος του, τράβηξε το πουκάμισο σχεδόν σκίζοντας το…
Στο στήθος του κρεμόταν ο σταυρός της μάνας μου!
Έμεινα ώρα με τον αδελφό μου, αλλά με όλα αυτά που μου είπε, στο τέλος κατάλαβα ότι είχε δίκαιο…
«Εδώ έχουμε φτιάξει την ζωή μας πια, σαν Τούρκοι. Έχω δυο παιδιά, το ένα στον Στρατό και το άλλο στην Αστυνομία. Ότι κι αν έγινε τότε, όπως κι αν ξέμεινα εγώ σαν μωρό τότε, ίσως να ήταν καλύτερα.
Μην της πεις τίποτα της μητέρας μας. Αν ήθελε να με ψάξεις, θα σου το είχε πει κάποια στιγμή. Τώρα ας πάρει ο καθένας τον δρόμο της μοίρας του…».